Κυριακή 24 Αυγούστου 2008

Η πανουργία δε δείχνει από την αρχή το πρόσωπό της

Μεσαιωνικές απεικονίσεις αρετών κι ελαττωμάτων
Ο προσκυνητής συναντά την επιβουλή και την συκοφαντία που ιππεύουν τον φθόνο.
Κάποιοι από μας γνωρίζουν το φθόνο μόνο φευγαλέα. Άλλοι, έχοντας στο αίμα τους τον ανταγωνισμό και την αντιπαλότητα, έχουν μια φθονερή τάση, αν όχι μια φθονερή φύση σε πλήρη άνθιση. Κάποιοι άλλοι τέλος, είναι παθολογικά φθονεροί : ο φθόνος είναι ο αέρας που αναπνέουν και καθορίζει τη νοοτροπία, τα κίνητρα, την οπτική τους γωνία. Είναι ένας τρόπος ζωής.
Ένας τέτοιος χαρακτήρας είναι ο απεχθής Ουράϊα Χιπ, στον Ντέϊβιντ Κόπερφιλντ του Ντίκενς. Η θλιβερή προσποίηση της ταπεινοφροσύνης - πάντα είναι τόσο " ταπεινός " - τελικά αποδεικνύεται ότι είναι ένα προκάλυμμα για το βαθύ κοινωνικό του φθόνο και για τον εργοδότη του, τον Ουϊκφιλντ, του οποίου την κόρη ελπίζει ν' αναγκάσει να τον παντρευτεί. Φθονεί όμως, βαθύτατα τον Ντέϊβιντ Κόπερφιλντ, ο οποίος έχει αναρριχηθεί πιο ψηλά έχοντας πίσω του ακόμα λιγότερα από τον Χιπ.
Ο Ντέϊβιντ Κόπερφιλντ παρατηρεί : " Αν και γνώριζα από πολύ καιρό ότι η δουλοπρέπεια του Χιπ ήταν ψεύτικη, δεν μπορούσα να συλλάβω επαρκώς το μέγεθος της υποκρισίας του, μέχρι που τον είδα χωρίς το προσωπείο του. Πόσο ξαφνικά το πέταξε, όταν αντιλήφθηκε ότι του ήταν πια άχρηστο. Πόση κακία, πόση θρασύτητα και πόσο μίσος αποκάλυψε. Και με τι ύφος πανηγύριζε για το κακό που είχε κάνει. Ενώ τον προηγούμενο καιρό ήταν σε απόγνωση, δεν ήξερε πια πως να μας ξεγελάσει. Παρότι ο θρίαμβός του συμβάδιζε απολύτως με την εμπειρία που είχα γι' αυτόν, αρχικά αιφνιδιάστηκα ακόμα κι εγώ, που τον γνώριζα τόσο καιρό και τον αντιπαθούσα τόσο πολύ. "
Το επιμύθιο της ιστορίας, για τους μελετητές του φθόνου, είναι ότι κανείς δεν ξέρει πόσο βαθιά φτάνει, γιατί μπορεί να είναι - όπως η υποκρισία, η κακία, το μίσος κι η θρασύτητα του Ουράϊα Χιπ - απύθμενος.
Δείτε το Μπίλι Μπάντ, το σπουδαίο διήγημα του Herman Melville ( 1819 -1891 ) που στο επίκεντρό του βρίσκεται ο καθαρός φθόνος.
Το Μπίλι Μπάντ είναι η ιστορία ενός καλού ανθρώπου που σκοτώνεται από έναν κακό άνθρωπο, μόνο και μόνο γιατί ο δεύτερος μισεί την ομορφιά του πρώτου και την αγνότητα της αθώας μεγαλοψυχίας του. Με την πρώτη ματιά, ο Τζον Κλάγκαρτ, ο οπλονόμος του Μπέλποιντ, νοιώθει τη χολή του φθόνου βλέποντας τον Μπίλι " με τα φωτεινά γλυκά μάτια " και στη χολή του φθόνου του, σταλάζει το βιτριόλι της περιφρόνησης.
Ο Melville ισχυρίζεται ότι θ΄αποπειραθεί να κάνει ένα πορτραίτο του Τζον Κλάγκαρτ κι αποδεικνύεται ότι είναι ένας οξυδερκής ανατόμος του φθόνου.
Ο Κλάγκαρτ είναι φορέας της κατάστασης που ο Melville ονομάζει " Φυσική διαφθορά " και την περιγράφει σαν ένα είδος που δεν απαντάται στις φυλακές αλλά στον πολιτισμό, τυλιγμένη με " το πέπλο της αξιοπρέπειας ", η οποία ποτέ δεν είναι ούτε " φιλοχρήματη ή φιλάργυρη " ούτε και " χυδαία ή σαρκική ", αλλά είναι βαθιά παράλογη με το πρόσχημα μιας λογικής ζωής.
Όσοι έχουν αυτή τη φυσική διαφθορά, γράφει ο Melville, " είναι τρελοί και μάλιστα πολύ επικίνδυνοι, γιατί η τρέλα τους δεν είναι μόνιμη, μα σποραδική. Και την προκαλεί κάτι το ειδικά ξεχωριστό. Είναι κρυφή κι αυτοκυρίαρχη έτσι που και στην πιο μεγάλη ακμή της να μη γίνεται αντιληπτή από τον μέσο άνθρωπο, και για τους λόγους που αναφέραμε παραπάνω, όποιος κι αν είναι ο σκοπός της - κι ο σκοπός της μένει πάντα καλυμμένος - η μέθοδος κι όλη η εξωτερική διαδικασία φαντάζει πάντα απόλυτα λογική. "
Το φθονερό μίσος του Κλάγκαρτ για τον Μπίλι τον κάνει να ψευδομαρτυρήσει εναντίον του. Όταν εξετάζεται κατ' αντιπαράσταση με τον κατήγορό του, ο αγνός Μπίλι, ο οποίος ταλαιπωρείται από το τραύλισμά του, δεν μπορεί ν' απαντήσει, αντιδρά ενστικτωδώς μοιραία και μ' ένα μόνο χτύπημα θανατώνει τον Τζον Κλάγκαρτ. Το χτύπημα είναι διπλά μοιραίο, γιατί ο Μπίλι Μπάντ, παρότι η ψυχή του είναι αθώα, πρέπει να τιμωρηθεί δι' απαγχονισμού για την πράξη του.
Η τελευταία λέξη του Melville γι' αυτά τα γεγονότα δίνεται στον στοχαστικό πλοίαρχο Βίαρ, ο οποίος ισχυρίζεται ότι " πρόκειται για ένα μυστήριο της ανομίας, ένα θέμα που μόνο ψυχολόγοι και θεολόγοι θα μπορούσαν να εξετάσουν. "
Πηγή στοιχείων : Joseph Epstein, Φθόνος, Νεφέλη, 2005 κι οι ιστοσελίδες που ήδη αναφέρθηκαν.

Σάββατο 23 Αυγούστου 2008

Μυστικό ελάττωμα

Ο δαίμονας Λεβιάθαν
Το 1589, ο Γερμανός επίσκοπος και θεολόγος Peter Binsfeld, αντιστοίχησε κάθε θανάσιμο αμάρτημα, μ' ένα δαίμονα που έβαζε τους ανθρώπους σε πειρασμό ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του αμαρτήματος. Στον φθόνο αντιστοίχησε τον Λεβιάθαν, ένα βιβλικό θαλάσσιο τέρας που αναφέρεται στην Παλαιά Διαθήκη.
" Από τις δέκα εντολές, εκείνη που άπτεται στενότερα του φθόνου είναι η δεκάτη : " Ουκ επιθυμήσεις την γυναίκα, τον αγρό, τόν παίδα ή την παιδίσκη του πλησίον σου, ούτε του βοός, του υποζυγίου και παντός κτήνους αυτού ούτε όσα εν τω πλησίον σου εστί. " Το να επιθυμούμε σημαίνει ότι ποθούμε υπέρμετρα ότι ανήκει σε κάποιον άλλον με δυό λόγια, ότι το φθονούμε. Η πράξη της επιθυμίας, βρίσκεται στο επίκεντρο του φθόνου. Ο γείτονάς μου, ο φίλος μου, ακόμα κι ο αδελφός μου, έχει κάτι που εγώ δεν έχω : από την αποδοχή στα μάτια του Θεού ως ένα βόδι πιο δυνατό από το δικό μου, μέχρι και πράγματα που σχεδόν δεν είναι μετρήσιμα. Κι αυτό, για τους φθονερούς, είναι αβάσταχτο.
Γιατί το έχει εκείνος και δεν το έχω εγώ ; Αυτό είναι το βασικό, ίσως και το μόνο ερώτημα για τους φθονερούς, οι οποίοι έχουν μια βαθύτερη αίσθηση της αδικίας από τους άλλους. Έχουν επίσης μια ανήσυχη ανταγωνιστικότητα, η οποία δεν θα πάψει να τους βασανίζει μέχρι να νοιώσουν ότι οι ίδιοι έχουν εδραιωθεί σαφέστατα ως πρώτοι μεταξύ άνισων. Νιώθουν μια θεμελιακή αδικία, σε συνδυασμό μ' ένα μόνιμο αίσθημα κακοβουλίας, όταν διατίθεται κάποιο αγαθό κι οι ίδιοι δεν είναι οι πιο ευνοημένοι αποδέκτες. Γιατί να έχει ο διπλανός μου το πιο ευρύχωρο σπίτι, την πιό όμορφη γυναίκα, την καλύτερη δουλειά, πιο γλυκιά ζωή από μένα ; Η απάντηση είναι σαφής : εκείνος, ο καριόλης, δεν πρέπει να τα έχει.
Παρότι όσοι από μας έχουν νοιώσει γνήσιο φθόνο δεν χριεάζονται κάποια λεπτομερή εξήγηση του τι είναι χαρακτηριστικό σ' αυτό το αίσθημα, επιτρέψτε μου να επιχειρήσω μια σύντομη ψυχολογική περιγραφή γι' αυτούς τους ίσως καλόκαρδους αναγνώστες που που μπόρεσαν να του ξεφύγουν.
Βλέπετε κάτι, το θέλετε, νομίζετε πως το ότι πρέπει ν' ανήκει σ' εσάς κι όχι στο πρόσωπο που το έχει, είναι λογικό και δίκαιο. Άπαξ κι εδραιωθεί η αδικία του άλλου προσώπου που το έχει - κι αυτό κατά κανόνα δεν αργεί να γίνει - τότε πρέπει να υπογραμμιστεί το πόσο ανάξιος είναι, τουλάχιστον μέσα στο νου σας.
Η δική σας μεγαλύτερη αξία είναι σχεδόν αυτονόητη. Το πόσο απεχθής είναι εκείνος, δεν είναι. Μπορεί να το λέτε ξανά και ξανά στον εαυτό σας. Όποιο κι αν είναι το αντικείμενο της υπέρμετρης επιθυμίας - ένα αντικείμενο τέχνης ή ένα είδος πολυτελείας, η φιλία ή η αγάπη κάποιου άλλου προσώπου, η αίγλη που συνοδεύει μια κοινωνική θέση ή ένα αξίωμα ή μια επιβράβευση στη ζωή - ο κόσμος αρχίζει να μοιάζει αποδιοργανωμένος, αφού το έχει εκείνος κι όχι εσείς.
Ο Κάα
Ο Κάα ( ινδικός πύθωνας των βράχων) είναι ένας χαρακτήρας που διαθέτει ικανότητες υπνωτισμού, μέντορας του Μόγλι, από το Βιβλίο της ζούγκλας του νομπελίστα Άγγλου συγγραφέα Rudyard Kipling ( 1865 - 1936 ).
Η ποιότητα του συναισθήματός σας ως προς αυτό το θέμα γίνεται ιδεοληπτική. Πιάνετε τον εαυτό σας να το σκέφτεται περισσότερο απ' ότι ξέρετε ότι θα έπρεπε, σας είναι δύσκολο να σκεφτείτε άλλα πράγματα. Σε τέλική ανάλυση, μια ιδεοληψία είναι κάτι στο οποίο επιστρέφουμε ξανά και ξανά - πραγματικά, δεν μπορούμε να ησυχάσουμε.
Αρκετά σύντομα, χάνεται η ισορροπία και η σφαιρική άποψη για το αντικείμενο του φθόνου μας. Αν είστε έξυπνοι και διατηρείτε κάποιον αυτοέλεγχο, τότε ξέρετε ότι δεν πρέπει να μιλάτε για ότι έχει να κάνει με το θέμα. Αν είστε λιγότερο έξυπνοι κι έχετε χάσει τον έλεγχο, τότε θα μιλάτε πάρα πολύ συχνά γι' αυτό, αποκαλύπτοντας έτσι τις προθέσεις σας σχετικά με το ( μάλλον ) διαταραγμένο συναίσθημά σας.
Αλλά με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, είτε κυλάει εσωτερικά είτε εκτίθεται εξωτερικά, ο φθόνος δεν έχει την τάση να σας υπενθυμίζει την αξιοπρέπεια του ανθρώπινου είδους, πόσο μάλλον τη δική σας αξιοπρέπεια. Αν, βέβαια, ο φθόνος σας οδηγεί σε κάποια καινούργια αυτογνωσία. Η εικόνα πο έχετε για τον εαυτό σας ενδέχεται να υποφέρει εξαιτίας του.
Που τελειώνει το αίσθημα της αδικίας του κόσμου και που αρχίζει ο φθόνος ; Αντί να εντοπίζουμε τον φθόνο στον εαυτό μας, μοιάζει να είναι πάρα πολύ πιο βολικό να χτυπήσουμε με τα φθονερά μας αισθήματα το καλό γούστο κάποιου, την οξυδερκή κριτική του αντίληψη, την ακριβοδίκαιη κρίση του. Ο φθόνος είναι ένα πάρα πολύ άσχημο αίσθημα για να το παραδεχτούμε στον κόσμο κι έτσι, φροντίζοντας να τον αποκρύψουμε, συνήθως τον συγκαλύπτουμε ακόμα κι από τον ίδιο μας τον εαυτό.
Υπάρχουν βέβαια διαβαθμίσεις του φθόνου, μπορεί να είναι ήπιος, έντονος, ψυχρός ή θερμός. Ο φθόνος γίνεται δυσάρεστος, όταν γίνεται αμιγής φθόνος : δηλαδή, όταν δεν χρειαζόμαστε καν κάποιο όφελος για τον εαυτό μας αλλά αρκούμαστε στο να εξασφαλίσουμε ότι ο διπλανός μας δεν θ' αποκοκομίσει κανένα όφελος.
Ένα ανέκδοτο, το οποίο επεξηγεί ωραιότατα αυτή την άποψη, λεει για μια Αγγλίδα, ένα Γάλλο κι ένα Ρώσο, στους οποίους, το γνωστό τζίνι που ξεπετάγεται από το λυχνάρι, δίνει από μια και μοναδική ευχή.
Η Αγγλίδα λεει ότι μια φίλη της έχει ένα χαριτωμένο εξοχικό στα Κότσγουολντς, κι ότι θα ήθελε ένα παρόμοιο εξοχικό, αλλά με δύο επιπλέον δωμάτια κι ένα δεύτερο μπάνιο κι ακόμα, μπροστά του να κυλάει ένα ποταμάκι.
Ο Γάλλος λεει ότι ο καλύτερος φίλος του έχει μια όμορφη ξανθιά ερωμένη, κι ότι θα ήθελε να έχει κι ο ίδιος μια τέτοια ερωμένη, αλλά να είναι κοκκινομάλα αντί για ξανθιά, να έχει μακρύτερα πόδια, να είναι κάπως πιο καλλιεργημένη και κάπως πιο κομψή.
Ο Ρώσος λεει για ένα γείτονα ο οποίος έχει μια αγελάδα που βγάζει μια τεράστια ποσότητα από το πιο πλούσιο γάλα, το οποίο παράγει την πιο παχιά κρέμα και το πιό αγνό βούτυρο. Λεει λοιπόν στο τζίνι : " Τέλω να πετάνει αυτή η αγκελάντα. "
Πηγή στοιχείων : Joseph Epstein, Φθόνος, Νεφέλη, 2005 κι οι ιστοσελίδες που ήδη αναφέρθηκαν.

Τετάρτη 20 Αυγούστου 2008

Εντοπίζοντας τους φθονερούς

" Οι γνώστες των θανάσιμων αμαρτημάτων τα χωρίζουν στα θερμά και στα ψυχρά αμαρτήματα. Σύμφωνα μ' αυτή την εκτίμηση, η λαγνεία, η οργή κι η λαιμαργία θεωρούνται θερμά, σωματικά αμαρτήματα, καθώς εκπορεύονται από τα φυσικά πάθη. Ενώ η έπαρση, η απληστία, η οκνηρία κι ο φθόνος είναι ψυχρά αμαρτήματα, καθώς εκπορεύονται από πνευματικές καταστάσεις. Τα ψυχρά αμαρτήματα είναι περισσότερο μεμπτά, λιγότερο συγχωρητέα και εγγενώς πιο σκληρά, μ' εξαίρεση την οκνηρία. Εύκολα θα μπορούσαμε να επιχειρηματολογήσουμε ότι ο φθόνος είναι ίσως το σκληρότερο απ΄όλα τα αμαρτήματα.
Θα ήταν πάρα πολύ χρήσιμο ένα εγχειρίδιο για τον εντοπισμό των φθονερών.
Συχνά, οι φθονεροί επιδίδονται στην ειρωνία, την τέχνη του να λες ένα πράγμα και να εννοείς ένα άλλο.
Επίσης φυλαχτείτε από την υπέρμετρη απαξίωση ( Ο Κωστάκης, ο Γιωργάκης, ο Αλέκος, η Αλέκα, στα καθ' ημάς ) ακόμα κι όταν κάποιος τη χρησιμοποιεί για τον ίδιο του τον εαυτό, διότι, όπως λέει ο Paul Valery, " εξετάζοντάς την εκ του σύνεγγυς διαπιστώνουμε ότι η απαξίωση περιλαμβάνει μια δόση φθόνου," κι οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν την τάση ν' απαξιώνουν ότι δεν μπορούν να κάνουν ή να έχουν.
Οι φθονεροί επίσης έχουν την τάση να επαινούν σε υπερβολικό βαθμό. " Παρ' όλο που ο πραγματικός θαυμασμός κρατάει τις αποστάσεις του, γράφει ο ψυχίατρος Leslie Farber, " η επίθεση του φθόνου στο αντικείμενό του μ' έναν καταιγισμό φιλοφρονήσεων εξυπηρετεί όχι μόνο την ανάγκη του να επιβληθεί με το ένδυμα του θαυμασμού, αλλά και τον πόθο του φθονερού για να κατέχει αυτήν καθεαυτήν την ιδιότητα που αρχικά υποδαύλισε τον φθόνο του. " Το επιμύθιο της ιστορίας είναι ότι πρέπει να προσέχουμε τα μάτια όσων κάνουν τις βαθύτερες υποκλίσεις.
Ο φθόνος είναι επί το πλείστον, ένα κρυφό αμάρτημα. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να ομολογήσουν εύκολα τον φθόνο τους, πόσο μάλλον να δηλώσουν τι βρίσκεται πίσω από αυτόν.
Ο Leslie Farber σημείωσε ότι " ο φθόνος, λόγω αυτής καθαυτής της φύσης του, είναι πεισματώδης στην αντίσταση και τη διερεύνηση " και ο " πρωτεϊκός χαρακτήρας του " και " το ταλέντο του στην προσποίηση " κατά πάσα πιθανότητα εξηγούν " την σποραδικότητα των μελετών γι' αυτό το θέμα ."
Η ψυχολόγος Melanie Klein, στο άρθρο της " Φθόνος κι ευγνωμοσύνη " ( Envy and Gratitude ) γράφει ότι " το πολύ φθονερό πρόσωπο είναι ακόρεστο, δεν ικανοποιείται ποτέ γιατί ο φθόνος του προέρχεται από μέσα, επομένως βρίσκει πάντα ένα αντικείμενο στο οποίο εστιάζει."
Στη ζωή ο φθόνος μπορεί να εμφανιστεί ύπουλα, μερικές φορές να είναι ψυχρά ορθολογικός και κάποιες άλλες φοβερά βλακώδης. Το μόνο για το οποίο μπορούμε νάμαστε βέβαιοι είναι ότι το αίσθημα του φθόνου ενδέχεται να μην αυξάνει την ικανότητά μας για ευτυχία. Ακριβώς το αντίθετο.
Όλοι μας υπάρχουμε σε τουλάχιστον τρία επίπεδα : υπάρχει ο άνθρωπος όπως αυτός εμφανίζεται δημοσίως. Ο άνθρωπος όπως τον γνωρίζουν οι κοντινοί του άνθρωποι, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται η οικογένειά τουκι οι καλοί φίλοι. Αλλά κι αυτός ο άνθρωπος, στο βαθύτερο επίπεδο, τον οποίο γνωρίζει μόνο ο εαυτός του, όπου ενυπάρχουν όλες οι φιλοδοξίες , οι πικρίες, οι φαντασιώσεις, οι επιθυμίες, καθώς και πολλά άλλα πράγματα που δεν κοινοποιούνται εύκολα.
Σ' αυτό το τελευταίο επίπεδο, όπου βρίσκεται κι ο φθόνος, οι τόνοι παραμένουν χαμηλοί, η αυτογνωσία δεν είναι και τόσο ξεκάθαρη, ο νόμος των αντιφάσεων δεν έχει κανένα κύρος. Εδώ, το υποσυνείδητο, αν όχι το ασυνείδητο, συχνά έχει το πάνω χέρι. Έτσι λοιπόν, μπορούμε να φθονούμε ακόμα κι αυτά τα πράγματα που γνωρίζουμε ότι δε θάπρεπε νάχουμε : το ακριβό αντικείμενο, την όμορφη αλλά ηλίθια ερωμένη, το κύρος μιας δουλειάς που, κατά τα άλλα, βάζει ένα τέλος σε όλες τις φυσιολογικές απολαύσεις μας και καταστρέψει τη ζωή μας. Αλλά ποιός είπε ότι ο φθόνος έχει νόημα ; "
Πηγή στοιχείων : Joseph Epstein, Φθόνος, Νεφέλη, 2005

Κυριακή 10 Αυγούστου 2008

4. Φθόνος

Helmut Newton, Φθόνος
Amica, Ιανουάριος 1982
Ιταλικό Photo, Ν. 108, Ιούνιος 1984
" Η κακία που δεν μπορεί να εκδηλώσει την ύπαρξή της, η ψυχρή αλλά κρυφή έχθρα, η αδύναμη επιθυμία, η κρυμμένη εχθρότητα κι η μοχθηρία συνωστίζονται στον πυρήνα του φθόνου. Ο φθόνος θολώνει τη σκέψη, συντρίβει τη γενναιοδωρία, αποκλείει κάθε ελπίδα για γαλήνη και καταλήγει στο μαρασμό της ψυχής. Από τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα, μόνο ο φθόνος δεν είναι καθόλου διασκεδαστικός. "
Πράγματι, δεν είναι καθόλου ελκυστικό θέμα. Ο συγγραφέας Joseph Epstein που γράφει το βιβλίο, έγραψε πρόσφατα για τον σνομπισμό - ένα από τα νέα θανάσιμα αμαρτήματα - κι έτσι, ως κορυφαίος σνομπογράφος της χώρας του ( ΗΠΑ ), έκρινε ότι ήταν ο καταλληλότερος άνθρωπος να γράψει για το αμάρτημα που μάλλον είναι το πιο διαδεδομένο καθώς διεισδύει ύπουλα στα άλλα έξη : " Η απληστία μπορεί να ξεκινάει στο φθόνο. Σίγουρα κάνει την εμφάνισή του στη λαγνεία και τη λαιμαργία ( όταν δεν μας αρέσει να βλέπουμε τους άλλους να συνουσιάζονται ή να τρώνε πολύ καλά ). Είναι μια υποδιαίρεση της οργής, έστω του κρυμμένου είδους που σιγοκαίει. Η έπαρση κι ο φθόνος συνδέονται αναπόσπαστα, μια κι η προσβολή της περηφάνειας μας οδηγεί στον φθόνο, όπως είναι βέβαιο ότι η μοχθηρία ακολουθεί την ήττα. "
Επειδή είμαι πεπεισμένη ότι η καλωσύνη είναι ο σωστός δρόμος, που σημαίνει ότι ο φθόνος δεν μου είναι εγγενής, το βιβλίο αυτό είναι χρήσιμο για την διάγνωσή του. Γι' αυτό το λόγο, η ανάρτηση αυτή θα είναι μεγάλη, περιλαμβάνοντας χαρακτηριστικές φράσεις απ' όλο το βιβλίο.

Ο Søren Kierkegaard στο καφενείο
Christian Olavius, 1843
" Η ουσία του φθόνου είναι ο μυστικός, κρυφός χαρακτήρας του. Ο φθόνος είναι πάνω απ' όλα το κρυμμένο συναίσθημα - είναι τόσο κρυμμένο που συχνά δεν υπάρχει επίγνωση του ότι αποτελεί κίνητρο συμπεριφοράς.
Περιέργως, μεταξύ των φιλοσόφων, όσοι έγραψαν με τον πιο διεισδυτικό τρόπο για τον φθόνο, ήταν όλοι τους εργένηδες : ο Kant, o Kierkegaard, o Schopenhauer και ο Nietzche δεσπόζουν μεταξύ αυτών.
Ο Nietzche ( 1844 - 1900 ) είπε ότι ένας παντρεμένος φιλόσοφος ήταν ανέκδοτο. Αναμφίβολα, θα είχε κατά νου τον Σωκράτη, μεγαλύτερο φιλόσοφο του κόσμου, να τον σέρνει στο σπίτι η γυναίκα του Ξανθίππη.
Θεωρούσε ότι η Γαλλική Επανάσταση, καθώς κι οι μεταγενέστερες επαναστάσεις, πυροδοτήθηκαν από την ορμή του φθόνου. Και μάλιστα, είχε την τάση να θεωρεί δεδομένο ότι ο πνευματικά ποταπός άνθρωπος φθονούσε τον πνευματικά γενναιόδωρο.
Ο Kierkegaard ( 1813 - 1855 ) επεσήμανε από πολύ νωρίς ότι ο φθόνος " προσλαμβάνει τη μορφή της ισοπέδωσης κι ενώ μια παθιασμένη εποχή επιταχύνει, δημιουργεί κι ανατρέπει, εξυψώνει κι υποτιμά, μια στοχαστική, απαθής εποχή κάνει ακριβώς το αντίθετο : καταστέλλει και παρακωλύει, ισοπεδώνει".
Ο Kant ( 1724 - 1804 ), στους καθημερινούς του περιπάτους στην πόλη του Κένιγκσμπεργκ, πίστευε ότι ο φθόνος ήταν " μια φυσική ορμή του ανθρώπου και μόνο η εκδήλωσή του τον καθιστά ένα απεχθές ελάττωμα, ένα πάθος που όχι μόνο είναι ενοχλητικό και βασανιστικό για το υποκείμενο, αλλά επιδιώκει και την καταστροφή της ευτυχίας των άλλων και μάλιστα αντιμάχεται το καθήκον του ανθρώπου απέναντι στον εαυτό του κι απέναντι στους άλλους ανθρώπους."
Θεωρούσε επίσης ότι η αχαριστία ήταν μια υποδιαίρεση ή ένα τμήμα του φθόνου, που αποτελούσε μέρος " του ελαττώματος του ανθρώπινου μίσους, το οποίο είαι ακριβώς αντίθετο της ανθρώπινης αγάπης. "
Ο Schopenhauer ( 1788 - 1860 ) γράφει ότι " ο άνθρωπος είναι κατά βάση άγριο θηρίο " κι ότι ο πολιτισμός έχει την υποχρέωση να τον δαμάσει και να τον εξημερώσει. Αυτό το έργο όμως σπάνια στέφεται με επιτυχία. Διότι " σε κάθε ανθρώπινη καρδιά ο απεριόριστος εγωϊσμός της φύσης μας συνοδεύεται από ένα αίσθημα οργής, φθόνου, μοχθηρίας και κακεντρέχειας που μαζεύεται σαν το δηλητήριο στη γλώσσα του φιδιού. Απλώς περιμένει μια ευκαιρία για να ξεσπάσει και μετά, σα δαίμονας που έχει σπάσει τα δεσμά του, μαίνεται και λυσσομανάει ." Ο Schopenhauer δεν είναι ακριβώς αυτό που θα λέγαμε σήμερα " διασκεδαστικός τύπος ".
Ιδού όμως η σοπενχαουεριανή κατήχηση για τον φθόνο στο ταχύρυθμο τμήμα : " Επειδή νιώθουν δυστυχισμένοι, οι άνθρωποι δεν μπορούν ν' αντέξουν το θέαμα κάποιου άλλου ανθρώπου που θεωρούν ότι είναι ευτυχισμένος." Φυσικά κι αναπόφευκτα, " ένας άνθρωπος, στο θέαμα της ικανοποίησης και του πλούτου κάποιου άλλου, θα νοιώσει τη δική του ανεπάρκεια με μεγαλύτερη πικρία."
Μας υπενθυμίζει ότι " το μίσος πάντα συνοδεύει το φθόνο" κι ότι σπάνια γίνεται αισθητός τόσο έντονα όσο και σε σχέση με τις φυσικές, έμφυτες ικανότητες ή τα χαρίσματα των άλλων, όπως η μεγάλη ευφυϊα, η συγκεκριμένη φυσική κλίση ( π.χ. στη μουσική ή τα μαθηματικά ) και η ομορφιά.
.
Joseph Epstein, Φθόνος
Νεφέλη, 2005
Ο ορισμός της λέξης στο Oxford English Dictionary αρχικά ορίζει τον φθόνο ως " κακόβουλο ή εχθρικό αίσθημα : μοχθηρία, κακία, εχθρότητα " κι εν συνεχεία ως " κακή πράξη, επιζήμια ενέργεια, κακία ", ενώ και οι δύο έννοιες της λέξης θεωρούνται απαρχαιωμένες. Αλλά ασχολείται σοβαρά με το θέμα μόνο στον τρίτο ορισμό του, όπου ορίζει το φθόνο ως " το αίσθημα ταπείνωσης και μοχθηρίας που προκαλείται από την παρατήρηση των ανώτερων πλεονεκτημάτων που κατέχει κάποιος άλλος " και σ' αυτή τη χρήση η λέξη πρωτοεμφανίζεται γύρω στο 1500.
Πρέπει να διακρίνουμε τον φθόνο από τη ζήλια : ζηλεύει κανείς ότι έχει κάποιος άνθρωπος και φθονεί ότι έχουν οι άλλοι άνθρωποι. Η ζήλεια δεν είναι πάντα μειωτική. Σε τελική ανάλυση, μερικές φορές, με την έννοια της άμιλλας* που αναφέρει ο Αριστοτέλης στη Ρητορική, είναι σωστό να νοιώθουμε ζήλια. Ο φθόνος χαρακτηρίζεται από τη μνησίκακη παρατήρηση ενός πιό τυχερού προσώπου και είναι πάντα μειωτικός. Σχεδόν ποτέ δεν είναι δίκαιο να νοιώθουμε φθόνο : το να φθονούμε σημαίνει ότι, ipso facto,** έχουμε άδικο.
Πρέπει επίσης να διακρίνουμε τον φθόνο από τον πόθο γενικά. Βλέπουμε ανθρώπους με μεγάλη κοινωνική άνεση και θέλουμε να είμαστε περισσότερο σαν κι αυτούς, ή επιθυμούμε να ήμασταν πιο πλούσιοι, πιο μυώδεις, λιγότερο άχαροι, γενικά ομορφότεροι. Όλ' αυτά είναι πόθος. Ο φθόνος ποτέ δεν είναι γενικός, είναι πάντα πολύ συγκεκριμένος.
Στο Ασθένεια προς θάνατον ( The Sickness unto Death ) o Kierkegaard έγραψε ότι " ο θαυμασμός είναι η ευτυχής παραίτηση από το εγώ. Ο φθόνος είναι η δυστυχής ικανοποίησή του. " Ο φθόνος κάνει μια παραπειστική ερώτηση : " Και τι θα γίνει με μένα ; Γιατί εκείνος ή εκείνη έχει ομορφιά, ταλέντο, πλούτη, εξουσία, την αγάπη του κόσμου, χαρίσματα, ή εν πάσει περιπτώσει έχει ένα μεγαλύτερο μερίδιο σ' αυτά από μένα ; Γιατί όχι εγώ ; "
Σ' ένα βιβλιαράκι για τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα, η Dorothy Sayers γράφει : " Ο φθόνος είναι ο μεγαλύτερος ισοπεδωτής : αν δεν μπορεί να εξισώσει τα πράγματα, τότε θα τα κατεβάσει στο επίπεδό του.... Στην καλύτερη των περιπτώσεων, είναι αριβίστας και σνομπ. Στη χειρότερη, ένας καταστροφέας : από το να υπάρχει κάποιος ευτυχέστερος από τον ίδιο, προτιμά να δυστυχήσουμε όλοι μαζί. " Πρόκειται για μια αυτο - δηλητηρίαση του νου, καθώς, συνήθως, ο φθόνος δεν έχει να κάνει μ' αυτό που μας λείπει αλλά με το τι έχουν οι άλλοι άνθρωποι.
Ένα ισχυρό στοιχείο ζηλοφθονίας ενυπάρχει στο φθόνο κι έτσι οι φθονεροί, όπως παρατήρησε ο Kant στη Μεταφυσική των ηθών ( The metaphysics of Morals ), " επιδιώκουν την καταστροφή της ευτυχίας των άλλων. "
Πρέπει τέλος να κάνουμε τη διάκριση ανάμεσα στον φθόνο και την ανοιχτή σύγκρουση. Κάποιος έχει κάτι που νομίζουμε πως το θέλουμε - πελάτες, μια υψηλή θέση ή έναν υψηλό βαθμό, κυβερνητικά αξιώματα, μια θέση εξουσίας - και παλεύουμε γι' αυτό, λίγο - πολύ επιθετικά, παίζουμε όμως με ανοιχτά χαρτιά. Η ευθύτητα αλλάζει τη φύση του παιχνιδιού. Ο φθόνος σχεδόν ποτέ δεν παίζει με ανοιχτά χαρτιά. Είναι κρυψίνους, δολοπλόκος, παρασκηνιακός.
Ο Helmut Schoeck, ο οποίος έχει γράψει το πιό περιεκτικό βιβλίο για τον φθόνο, το Φθόνος : Μια θεωρία της κοινωνικής συμπεριφοράς ( Envy : A Theory of Social Behavior ), σημειώνει ότι είναι " μία αθόρυβη, κρυφή διεργασία κι όχι πάντα επαληθεύσιμη". Ο φθόνος, για να χαρακτηριστεί φθόνος, πρέπει να έχει μια ισχυρή δόση κακίας πίσω του : η κακία που δεν μπορεί να εκδηλώσει την ύπαρξή της, η ψυχρή αλλά κρυφή έχθρα, η αδύναμη επιθυμία, η κρυμμένη εχθρότητα κι η μοχθηρία συνωστίζονται στον πυρήνα του φθόνου... "

* Άμιλλα : μια μορφή καλού φθόνου που καταλήγει στον θαυμασμό κι έτσι μας οδηγεί στην απόπειρα να μιμηθούμε τις ιδιότητες που αρχικά φθονούσαμε.
** Ιpso facto : αυτό καθαυτό το γεγονός.

Πηγή στοιχείων : Joseph Epstein, Φθόνος, Νεφέλη, 2005, το περιοδικό κι η ιστοσελίδα που ήδη αναφέρθηκαν.

Πέμπτη 7 Αυγούστου 2008

5. Λαιμαργία

Helmut Newton, Λαιμαργία
Amica, Ιανουάριος 1982
Ιταλικό Photo, Ν. 108, Ιούνιος 1984
Από τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα, η λαιμαργία έχει ίσως την πιο παράδοξη ιστορία, που καθορίστηκε από τις μεταβαλλόμενες κοινωνικές και πολιτισμικές εμμονές. Μ' ενα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο, η Francine Prose, συγγραφέας, κάτοικος Νέας Υόρκης, παρακολουθεί την εξέλιξη των απόψεων σε συνάρτηση με τις ιδέες για την αμαρτία, την υγεία και τη ζωή ανά τους αιώνες. Παρακάτω, ένα απόσπασμα από την εισαγωγή του βιβλίου :
" Από τις αρχές του Μεσαίωνα και μέχρι την πρώτη αναγεννησιακή περίοδο, αιώνες στους οποίους κυριαρχούσαν και διαμόρφωναν τη συλλογική συνείδηση οι αρχές του Χριστιανισμού, επικρατούσε η άποψη ότι η μεγάλη απειλή της λαιμαργίας εντοπιζόταν στην ίδια της τη φύση, μια μορφή ειδωλολατρίας, κοιλιοδουλεία κατά κυριολεξία, που αναπόφευκτα θα παραπλανούσε κι εντέλει θα αποσπούσε τους πιστούς από την αληθινή κι αυθεντική θρησκεία.
Καθώς η Αναγέννηση κι αργότερα η Βιομηχανική επανάσταση με τον ορθολογισμό του 18ου αιώνα επανεστίασαν την κοινή φαντασία από τον ουρανό στη Γη ώστε να εμπεριέχουν την ανταμοιβή όχι μόνο στον άλλον αλλά και σε τούτον εδώ τον κόσμο, η λαιμαργία από στίγμα έγινε καύχημα.
Η ύλη, το βάρος και η δυνατότητα ενός τραπεζιού με πλουσιοπάροχες απολαύσεις, αποτέλεσαν τα ορατά σημάδια της ζωτικότητας, της ευημερίας και της επίγειας ευτυχίας, στην οποία μπορούσαν να προσβλέπουν και οι ιθύνοντες αλλά κι οι ταπεινοί στρατιώτες της βιομηχανίας. Παράλληλα, η αυξανόμενη ενασχόληση με την υγεία, τη μακροζωϊα και τη διατήρηση του σώματος σε αρμονική ισορροπία, οδήγησε σε αυξανόμενο ενδιαφέρον για τη δίαιτα, το μέτρο και τη διατροφή.
Τις τελευταίες δεκαετίες, οι μεταβαλλόμενες ιδέες για την ομορφιά - κυρίως των γυναικών - και η συνεχής απασχόληση με την υγεία, μετέτρεψαν τη λαιμαργία από αμάρτημα που οδηγεί σε άλλα αμαρτήματα, σε αρρώστια που οδηγεί σ' άλλες αρρώστιες. Η λαιμαργία δεν αποτελεί πλέον αμαρτία του πνεύματος, το φαγητό όμως, η δίαιτα, η παχυσαρκία, η διατροφή κ.ο.κ., έχουν αναχθεί σε μείζονα πολιτιστικά ζητήματα.
Μια πρόχειρη έρευνα στα ράφια τοπικού βιβλιοπωλείου, καθιστά σαφές πόσο μεγάλη θέση κατέχει στη συλλογική μας συνείδηση η νέα εκκοσμικευμένη εκδοχή της λαιμαργίας. Σε κάθε βιβλίο που παρέχει συμβουλές για άλλα σύγχρονα αμαρτήματα, αντιστοιχούν δεδάδες βιβλία προορισμένα να βοηθήσουν τον δύσμοιρο κι αυτο - οικτιρόμενο λαίμαργο να μετανοήσει και να διορθωθεί. "

Η Γη της αφθονίας ( 1525 - 1569 )
Pieter Brueghel the Elder
Alte Pinakothek, Μόναχο
Francine Prose, Λαιμαργία
Νεφέλη, 2006
Για το τέλος, μια χρήσιμη αναφορά στον Αριστοτέλη :
" Ποτό ή φαγητό πέραν μιας συγκεκριμένης ποσότητας καταστρέφει την υγεία, ενώ στη σωστή αναλογία την προάγει, την εντείνει και την διατηρεί. Αναλόγως, συνεπώς, συμβαίνει και στην περίπτωση της εγκράτειας, του θάρρους και των άλλων αρετών.
Γιατί ο άνθρωπος που αποφεύγει και φοβάται τα πάντα και τίποτα δεν αντιμετωπίζει γίνεται δειλός, ενώ εκείνος που δεν φοβάται τίποτα κι επιδιώκει ν' αναμετρηθεί με κάθε κίνδυνο, γίνεται επιπόλαιος.
Αναλόγως, όποιος ενδίδει σε κάθε απόλαυση και δεν απέχει από καμιά γίνεται τρυφηλός, ενώ εκείνος που αποφεύγει κάθε απόλαυση, όπως κάνουν οι άξεστοι, γίνεται αδιαφορος. Εγκράτεια και θάρρος καταστρέφονται συνεπώς από την υπερβολή και την ελλειψη, ενώ διατηρούνται με το μέτρο. "